

Πολιτική Ακύρωσης
Στις περιπτώσεις σύναψης ασφαλιστηρίου συμβολαίου και καταβολής των
αντίστοιχων ασφαλίστρων με ηλεκτρονικά μέσα, ακύρωση της συναλλαγής θα
μπορεί να γίνει στις εξής περιπτώσεις:
1. ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΛΗΠΤΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
A. ΠΡΩΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΝΑΝΤΙΩΣΗΣ
Εάν οποιαδήποτε διάταξη του περιεχομένου της Ασφαλιστικής Σύμβασης παρεκκλίνει από την Πρόταση Ασφάλισης, ο Λήπτης της Ασφάλισης έχει δικαίωμα εναντίωσης. Για να ασκήσει το δικαίωμα αυτό, ο Λήπτης της Ασφάλισης πρέπει να συμπληρώσει το συνημμένο στο συμβόλαιο έντυπο υπόδειγμα Α’ Δήλωσης Εναντίωσης, και να το αποστείλει στα Κεντρικά Γραφεία της Εταιρίας αποκλειστικά και μόνο με συστημένη επιστολή, εντός ενός (1) μηνός από την ημέρα που του παραδόθηκε η Ασφαλιστική Σύμβαση.
B. ΔΕΥΤΕΡΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΝΑΝΤΙΩΣΗΣ
Η παραλαβή της Ασφαλιστικής Σύμβασης, αν δεν αποδεικνύεται διαφορετικά, τεκμαίρεται από την πληρωμή των ασφαλίστρων.
Γίνεται μνεία ότι παραδόθηκαν στο Λήπτη της Ασφάλισης:
α) τα προβλεπόμενα από το Νόμο πληροφοριακά στοιχεία, κατά την υποβολή της Πρότασης Ασφάλισης, και
β) οι Γενικοί και Ειδικοί Όροι, κατά την παράδοση του Ασφαλιστηρίου.
Η μη παράδοση οποιουδήποτε από αυτά δίνει στο Λήπτη της Ασφάλισης δικαίωμα εναντίωσης στην Ασφαλιστική Σύμβαση, το οποίο για να το ασκήσει ο Λήπτης της Ασφάλισης πρέπει να συμπληρώσει το συνημμένο στο συμβόλαιο έντυπο υπόδειγμα Β’ Δήλωσης Εναντίωσης, και να το αποστείλει στα Κεντρικά Γραφεία της Εταιρίας αποκλειστικά και μόνο με συστημένη επιστολή, μέσα σε προθεσμία δεκατεσσάρων (14) ημερών από την παραλαβή της Ασφαλιστικής Σύμβασης.
Γ. ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΗΣ
Εάν η Ασφαλιστική Σύμβαση έχει διάρκεια μεγαλύτερη τους ενός (1) έτους, ή και ανεξαρτήτως της διάρκειάς της εάν συνάφθηκε με εξ αποστάσεως μέσα, ο Λήπτης της Ασφάλισης δικαιούται, για λόγους ανεξάρτητους από τους ανωτέρω, να υπαναχωρήσει απ’ αυτήν εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την παράδοση του Ασφαλιστηρίου σ’ αυτόν. Για να ασκήσει το δικαίωμα αυτό, ο Λήπτης της Ασφάλισης συμπληρώνει το συνημμένο στο συμβόλαιο έντυπο υπόδειγμα Δήλωσης Υπαναχώρησης, και το αποστέλλει, αποκλειστικά και μόνο με συστημένη επιστολή, στα Κεντρικά Γραφεία της Εταιρίας.
Το ανωτέρω δικαίωμα υπαναχώρησης δεν ασκείται στην περίπτωση ασφαλιστηρίων συμβολαίων ταξιδιών και αποσκευών ή παρόμοια βραχυπρόθεσμα ασφαλιστήρια συμβόλαια με διάρκεια μικρότερη του ενός (1) μηνός.
Δ. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΕΝΑΝΤΙΩΣΗΣ Ή ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΗΣ
Σε περίπτωση που ο Λήπτης της Ασφάλισης ασκήσει εμπρόθεσμα οποιοδήποτε από τα παραπάνω δικαιώματα Εναντίωσης ή Υπαναχώρησης, η Ασφαλιστική Σύμβαση ματαιώνεται από την έναρξή της, αμέσως και αυτόματα, από την ημερομηνία παράδοσης στο ταχυδρομείο της προαναφερόμενης συστημένης επιστολής ή εντύπου εναντίωσης, και θεωρείται σαν να μην εκδόθηκε ποτέ.
Διευκρινίζεται ότι το δικαίωμα εναντίωσης ή υπαναχώρησης δεν μπορεί να
ασκηθεί αν μέχρι την περιέλευση της Δήλωσης Εναντίωσης ή Υπαναχώρησης στα
Κεντρικά Γραφεία της Εταιρίας έχει δηλωθεί ζημιά βάσει του Ασφαλιστηρίου
για επελθόντα ασφαλιστικό κίνδυνο.
2. ΛΥΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
Ι. Με κοινή συµφωνία των µερών
1) Τα μέρη που συμβάλλονται στην ασφαλιστική σύμβαση, μπορεί να τη λύσουν οποτεδήποτε, με σχετική έγγραφη συμφωνία τους.
2) Η ασφάλιση παύει να ισχύει μεταξύ ασφαλισμένου (και λήπτη της ασφάλισης)
και της ασφαλιστικής εταιρίας, από τη στιγμή της υπογραφής της έγγραφης
κοινής συμφωνίας.
ΙΙ. Με καταγγελία της σύµβασης από τον λήπτη της ασφάλισης
1) Ο λήπτης της ασφάλισης μπορούν να καταγγείλουν την ασφαλιστική σύμβαση οποτεδήποτε, με επιστολή που αποστέλλεται είτε με μορφή τηλεομοιοτυπίας (fax), είτε ηλεκτρονικά (μέσω e-mail), στα στοιχεία επικοινωνίας που αναγράφει η ασφαλιστική επιχείρηση στην επίσημη ιστοσελίδα της και στα κάθε είδους έντυπα της.
2) Στην περίπτωση αυτή, τα αποτελέσματα της καταγγελίας ως προς τα
συμβαλλόμενα μέρη επέρχονται άμεσα από την ημερομηνία περιέλευσης αυτής
στην ασφαλιστική επιχείρηση και επιστρέφονται τα ασφάλιστρα που αναλογούν
στον υπόλοιπο χρόνο που απέμενε μέχρι την αναγραφόμενη στο ασφαλιστήριο
λήξη της ασφάλισης.
ΙΙΙ. Με καταγγελία της σύµβασης από την ασφαλιστική επιχείρηση στην ασφάλιση ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων σύμφωνα με το άρθ. 11α του κ.ν. 489/1996. Σημειώνεται, ότι αν το ασφαλιστήριο περιλαμβάνει συμπληρωματικές καλύψεις, αυτές συμπαρασύρονται στην καταγγελία χωρίς χωριστές ενέργειες.
1) Και η ασφαλιστική επιχείρηση μπορεί, με επιστολή της, να καταγγείλει την ασφαλιστική σύμβαση, αλλά μόνο για παράβαση ουσιώδους όρου αυτής από τον λήπτη της ασφάλισης ή τον ασφαλισμένο.
2) Η γραπτή δήλωση καταγγελίας αυτή, απευθύνεται στο λήπτη της ασφάλισης ή και τον ασφαλισμένο και σ’ αυτή θα πρέπει να αναγράφονται, αφενός μεν η επικαλούμενη παράβαση του ουσιώδους όρου, αφετέρου η επισήμανση προς τον ειδοποιούμενο λήπτη της ασφάλισης (ή και τον ασφαλισμένο), ότι αν αυτός δεν συμμορφωθεί με τον παραβιασθέντα απ’ αυτόν ουσιώδη όρο μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της καταγγελίας, θα επέρχεται με την πάροδο της προθεσμίας αυτής, η λύση της ασφαλιστικής σύμβασης.
3) Η επιστολή που θα περιέχει την πιο πάνω καταγγελία, θα αποστέλλεται στη διεύθυνση της κατοικίας ή διαμονής του λήπτη της ασφάλισης ή/και του ασφαλισμένου, που αναγράφεται στο ασφαλιστήριο. Ως κατοικία ή διαμονή θεωρείται η τελευταία διεύθυνση που ο λήπτης της ασφάλισης ή/και ο ασφαλισμένος δήλωσε εγγράφως στην ασφαλιστική εταιρία.
4) Τα αποτελέσματα της καταγγελίας θα επέρχονται ακόμα κι αν ο λήπτης της ασφάλισης ή/και ο ασφαλισμένος αρνηθεί να παραλάβει την επιστολή με την οποία γίνεται η καταγγελία, καθώς επίσης ακόμα κι αν αυτοί (λήπτης της ασφάλισης ή/και ο ασφαλισμένος) δεν βρεθούν στις διευθύνσεις κατοικίας ή διαμονής που έχουν δηλώσει και αναγράφονται στο ασφαλιστήριο, ή ακόμα και αν -στην περίπτωση αποστολής συστημένης επιστολής (για την οποία, ο διανομέας αν δεν τους βρει αφήσει ειδοποιητήριο)-, δεν προσέλθουν στο ταχυδρομείο για την παραλαβή της.
5) Εφόσον ο ειδοποιηθείς κατά τα πιο πάνω λήπτης της ασφάλισης (ή/και ο
ασφαλισμένος) δεν συμμορφωθεί θεραπεύοντας την παράβαση του ουσιώδους όρου
μέσα στην προθεσμία των τριάντα (30) ημερών, τότε με την πάροδο απράκτου
της προθεσμίας αυτής, επέρχεται η πρόωρη λύση της ασφαλιστικής σύμβασης.
IV. Με καταγγελία της σύμβασης από την ασφαλιστική επιχείρηση στην περίπτωση άλλων ειδών ασφαλίσεων
1) Η ασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να καταγγείλει την ασφαλιστική σύμβαση στις περιπτώσεις και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στη νομοθεσία περί ασφαλιστικής σύμβασης (Ν.2496/1997), όπως, ενδεικτικά, στην περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης του λήπτη της ασφάλισης να δηλώσει στοιχεία ή περιστατικά αντικειμενικά ουσιώδη για την εκτίμηση του κινδύνου, σε περίπτωση σημαντικής επίτασης του κινδύνου, ή για τυχόν άλλους λόγους που προβλέπονται στην ασφαλιστική σύμβαση.
2) Η καταγγελία εκ μέρους της ασφαλιστικής επιχείρησης σύμφωνα με τα ανωτέρω θα επιφέρει αποτελέσματα σύμφωνα με τις εφαρμοστέες νομοθετικές διατάξεις.